ασχολία

ασχολία
η (Α ἀσχολία) [άσχολος]
1. ενασχόληση, απασχόληση, εργασία
2. τακτική εργασία, επάγγελμα
3. (στα νεοελλ. κυρίως στον πληθ.) η απασχόληση που δεν αφήνει χρονικά περιθώρια να ασχοληθεί κανείς και με κάτι άλλο
αρχ.
1. έλλειψη χρόνου ή ανάπαυσης, απουσία σχόλης
2. (με απρμφ.) έλλειψη χρόνου, δυσκολία, εμπόδιο στο να κάνει κάποιος κάτι
3. φρ. α) «ἀσχολίαν ἄγω», «...ἔχω πρός τι» — είμαι απασχολημένος (με κάτι)
β) «ἀσχολίαν παρέχω τινί» — ενοχλώ κάποιον.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἀσχολία — ἀσχολίᾱ , ἀσχολία occupation fem nom/voc/acc dual ἀσχολίᾱ , ἀσχολία occupation fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολίᾳ — ἀσχολίαι , ἀσχολία occupation fem nom/voc pl ἀσχολίᾱͅ , ἀσχολία occupation fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ασχολία — η απασχόληση, δουλειά: Έχει τόσες πολλές ασχολίες, ώστε δεν του μένει καιρός για ξεκούραση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀσχολίας — ἀσχολίᾱς , ἀσχολία occupation fem acc pl ἀσχολίᾱς , ἀσχολία occupation fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολίαι — ἀσχολία occupation fem nom/voc pl ἀσχολίᾱͅ , ἀσχολία occupation fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολίαν — ἀσχολίᾱν , ἀσχολία occupation fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολιῶν — ἀσχολία occupation fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολίαις — ἀσχολία occupation fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολίη — ἀσχολία occupation fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσχολίην — ἀσχολία occupation fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”